Ρεπορτάζ: Γιώργος Τάττης
Η καλοδιατηρημένη και ανακαινισμένη οικία Λαυρεντίου αποδείχτηκε μικρή για να φιλοξενήσει όλο τον κόσμο που βρέθηκε σε αυτή την πολιτιστική, καλλιτεχνική, αλλά και εθνική εκδήλωση, με παράλληλες αναφορές στην τοπική συμβολή στην ελληνική παλιγγενεσία, πρωτοστατούντος του Καλοπαναγιωτίτη Επισκόπου Κυρηνείας Λαυρεντίου, ο οποίος ήταν εξ’ αυτών που εκτελέστηκαν μαζί με τον Αρχιεπίσκοπο Κυπριανό, την 9η Ιουλίου 1821.
Στην παρουσίαση της εκδήλωσης ήταν η Νικολέττα Νικολαϊδου, ενώ με μουσική και τραγούδι έντυσε την εκδήλωση η Χορωδία του Πολιτιστικού Κέντρου Καλοπαναγιώτη, με συνθέσεις του Μίκη Θεοδωράκη και Μάνου Χατζιδάκι. Μαέστρος ήταν η Δώρα Καρατζιά και σόλο ο Αντρέας Νικολαϊδης. Αξίζει επίσης να σημειωθεί πως έγινε και προβολή βίντεο, με το έργο του Κύπριου μουσικοσυνθέτη.
Καλωσόρισμα στον χώρο έκανε η απόγονος του Επισκόπου Λαυρεντίου κ. Δώρα Σιδέρη, η οποία ανέφερε ότι ο Μητροπολίτης Λαυρέντιος γεννήθηκε στο χώρο αυτό το 1750 και έζησε μέχρι τα 16 του χρόνια. «Στο ισόγειο της οικίας αυτής, που είναι και το αρχαιότερο μέρος του κτηρίου, γίνεται αναφορά στη ζωή του σε έναν μικρό εκθεσιακό χώρο-μουσείου. Είμαι ευγνώμων ως απόγονος του Εθνομάρτυρα σε αυτούς που φρόντισαν το ιστορικό αυτό σπίτι, γνωστό ως τα σπίθκια της Χατζηφανούς», διευκρίνισε.
Με τη σειρά της, η φιλόλογος Μαρία Κωνσταντινίδου Δημητρίου έκανε μια ιστορική αναδρομή στις ζωές των δύο αντιστασιακών συνθετών, του Χατζιδάκι και Θεοδωράκη. Όπως εξήγησε, οι δύο τους «οργανώθηκαν την περίοδο της γερμανικής κατοχής στην Ενιαία Πανελλαδική Ένωση Νέων, ενώ τα κοινά τους ενδιαφέροντα και οι παραπλήσιες μουσικές και πολιτικές τους αναζητήσεις, τους έφεραν από νωρίς κοντά. Την ίδια ώρα, ο νεαρός Χατζηδάκις πρόσφερε και έμπρακτη βοήθεια στον Μίκη Θεοδωράκη την περίοδο που αναζητούσε καταφύγιο στην Αθήνα ως αντικαθεστωτικός».
Η Πρόεδρος του Πολιτιστικού Κέντρου Ανθή Κυριακίδου, ευχαριστώντας τους πάντες που βρέθηκαν στην εκδήλωση, πρόσθεσε ότι το κέντρο «προσφέρει παραγωγή πολιτισμού», ενώ εκθείασε τους συνεργάτες που εργάζονται με αφοσίωση και με πολλή αγάπη για την μικρή κοινότητα του Καλοπαναγιώτη. «Με τούτες τις εκδηλώσεις δείχνουμε το σεβασμό και την εκτίμησή μας σε αυτούς που παράγουν πολιτισμό, που γράφουν ιστορία, σε αυτή τη χώρα που λέγεται Ελλάδα, που λέγεται Κύπρος. Επιβιώνουμε σε τούτο το πολύπαθο νησί μας, χάρη στη μακραίωνη ιστορία του και τον πολιτισμό του, που δεν μπορεί κανείς μα κανείς να διαγράψει».
Ανέφερε δε πως το κέντρο ζει μια από τις μεγαλύτερες στιγμές της ιστορίας του, καθώς φιλοξενείται ένας σπουδαίος Κύπριος καλλιτέχνης, που η φήμη του ξεπέρασε τα σύνορα της πατρίδας του, τον συνθέτη και διευθυντή πολιτιστικών θεσμών κ. Μάριο Ιωάννου Ηλία. Την τιμητική πλακέτα στον κ. Ιωάννου έδωσε ο Κοινοτάρχης Καλοπαναγιώτη κ. Λάμπρος Λάμπρου, ενώ, παραδόθηκαν και από το Πολιτιστικό Κέντρο αρκετά βιβλία από τις εκδόσεις που πραγματοποίησε.
Τέλος, ο κ. Μάριος Ιωάννου Ηλία πραγματοποίησε μια μικρή ομιλία, αναδεικνύοντας το έργο του και τη σχέση του με τον τόπο, τονίζοντας ότι «η τιμή που μου απονέμεται σήμερα είναι ένας κρίκος σε μια αλυσίδα μνήμης και πνευματικής συγγένειας· ένας δεσμός που ενώνει τον δημιουργό με τον τόπο, τον ήχο με τη σιγαλιά των βουνών, την σύγχρονη τέχνη με το φως της παράδοσης».
Είπε επίσης ότι «ως γιος εκτοπισμένων γονιών από την Κερύνεια, φέρω εντός μου μια ηχώ που δεν σιγεί ποτέ. Δεν έζησα την εισβολή προσωπικά. Όμως, κληρονόμησα το ἐν τῷ βάθει ἄλγος· κληρονόμησα τη νοσταλγία· κληρονόμησα την απώλεια — μα μαζί και την ανθεκτικότητα, την αξιοπρέπεια, και εκείνη τη χαμηλόφωνη δύναμη που δεν κραυγάζει, δεν εκφράζεται ασύστολα, αλλά υπομονετικά μορφοποιεί. Αυτή η δύναμη έγινε ο ήχος μου».
Εξήγησε επίσης ότι «μέσα από τον ήχο, προσπαθώ να δίνω φωνή σε τόπους, ιστορίες και ανθρώπους. Η μουσική μου δεν υπακούει μόνο στην αισθητική· είναι και μια προσπάθεια επανατοποθέτησης της παρουσίας εκεί όπου επιχειρήθηκε η απουσία, εκεί όπου τα θεμελιώδη ιδανικά και οι αξίες που συγκροτούν την έννοια της ανθρώπινης πληρότητας ανήκουν σε όλους — χωρίς εξαίρεση, χωρίς όρους. Οι συνθέσεις μου λειτουργούν συχνά ως εκφάνσεις επαναδιεκδίκησης.
Η μουσική μου — παρά την άυλη φύση της — επικαλείται την αλήθεια και το δίκιο. Ενσωματώνει μια πολιτική διάσταση· όχι με τη σύγχρονη, περιορισμένη έννοια της ιδεολογίας ή της εξουσίας, αλλά με τη βαθύτερη, αρχαιοελληνική σημασία του πολιτικού: όπως την όριζε ο Αριστοτέλης — ως την ιδιότητα του ενεργού πολίτη που μετέχει «κρίσεως και ἀρχῆς», που φέρει ευθύνη για τη μνήμη, τη δικαιοσύνη και το κοινό καλό», κατέληξε μεταξύ άλλων.