ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΔΥΤΙΚΗΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

spot_img
spot_img

Επτα μακρινές ιστορίες από το φυλάκιο της Αγίας Μαρίνας Πηγαινιών, ανήμερα της εορτής της – Το φυλάκιο των ανεπιθύμητων

spot_img

Σαν ανέβαιναν στο φυλάκιο της Αγίας Μαρίνας. Επτά ψηφίδες ιστορίας.

Γράφει ο Γιάννης Πεγειώτης

Α.ΟΙ ΦΤΩΧΟΙ ΜΕΣ ΤΑ ΦΑΙΟΠΡΑΣΙΝΑ ΧΑΜΟΓΕΛΟΥΣΑΝ

Τον Αύγουστο του 1987 στα Πηγαίνια, όταν φορτώναμε για το Φυλάκιο Πυρομαχικών στην Αγία Μαρίνα, μαζί με τους σακκους τα όπλα, τα κράνη και τις εξαρτήσεις, ο Στρατονόμος, ο αρχιφύλακας, θυμίζει σιγαλινά τον Χιουη. Βαλέ τζιαι τη βαλίτσα με τα βιβλία του δασκάλου.

Ατε έφκατε πάνω τραππηατε φευκουμεν. Έτσι φεύγαμε καταμεσήμερο για την αλλαγή της εβδομαδιαίας φρουράς η των τριών από τους πέντε. Το Φυλάκιο στο όμορφο δάσος, πάρα τις κακουχίες. Μόνο νερό. Ούτε λόγος για ρεύμα. Ήταν για τους πέντε μας μια εβδομάδα Ελευθερίας. Κάποτε και ένας μήνας. Πάρα τις εξάωρες, εφτάωρες σκοπιές.

Να αγναντεύεις τη θάλασσα της Τηλλυριας στο βασίλεμα του ήλιου και ο άρχοντας αρχιφύλακας να προστάζει. Αλλάξετε τον δάσκαλον να’ ρτει να φάει πριν να νυκτώσει.

Εκεί ψηλά στην ερημιά ΓΝΩΡΙΣΑ ολίγον την Αγία Βαρβάρα, τον Άη Νεκτάριο, και ζήτησα την παρηγοριά από τον Χριστό μας στις κακοπάθειες των απομακρυσμένων.

Εκεί σε μια μονάδα ΦΤΩΧΩΝ και ανεπιθύμητων βίωσα τη μεριμνά, τη πρόνοια τη θεϊκή. Δεν ξέγραφε τους άκριτες. Τους αγαπούσε.

Χρόνια πολλά και οι βολεμένοι φθονούν όσους μια θητεία υπηρέτησαν μακριά από το σπίτι τους και άντεξαν.

Δεν αντέχουν την πολύχρονη αγάπη που πλουμίζει αυτούς τους μάγκες ανεπιθύμητους.

Έψησα καφέν ελάλεν ο σειράς το δείλις μετά το εργοτάξιον των κουγκριών. Ήταν η ανάπαυση η δειλινή χρυσό Κωσταντινάτον. Μια χαρμολύπη όλο πλούτος που καμιά ελίτ βολεμένων δεν γεύτηκε.

Το λαντρόβερ ανέβαινε και όλοι στο μακράς βάσεως στρυμωγμένοι, μες τα φαιοπράσινα μπαγάζια χαμογελούσαν…..

 

Β.ΧΡΙΣΤΟΎΓΕΝΝΑ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΜΑΡΙΝΑ ΠΗΓΑΙΝΙΩΝ

Κρατούσε με επιμέλεια τη φωτιά αναμμένη με ξύλα για να βράσει το νερό στις μεγάλες κασαρολλες του φυλακιου. Επεμενε να κάμουν όλοι στο φυλακιο μπάνιο, ναν καθαρός τα Χριστούγεννα. Ωσάν μεγάλος αδερφός κουβαλούσε τα ξύλα από το δάσος δίπλα μας. Είδαμε και παίζαμε να βάλουμε και τον απείθαρχο μας να μπει στην μικρή τουαλέτα του φυλακίου και να φκει μόνο λουμενος .Υστέρα, ελάλεν. Εφυαν οκτακοσιες οκκαες που πάνω μου. Στο τέλος εβρασα το νερό και για τον αρχηγον μας τον υποδεκανεαν μας που εστησεν την νησκιαν προεορτια. Την ημέρα των Χριστουγέννων πηγαμε οι τέσσερις στο δίπλα το χωρκόν Εκκλησία με τη στολή εξοδου, καθαροί, φρεσκοξηρισμενοι. Ο αρχιφυλακας του Φυλακιου μας καμαρωννε όταν κοινωνησαμε με τη σειρά. Ηταν ένας λεβεντης που την Πιτσιλλιαν. Την νύχτα ηπιαμεν κοννιακιν οι θκυο μας τζιαι ακούαμεν τους Σολιατες να τραουδούν πρωτινα που το ραδιον. Εκαμαν Χριστούγεννα δάσκαλε λαλεί μου τζιαι εδακρυσεν. Ηταν Χριστούγεννα του ογδοντα εφτά σε ένα φυλακιων καταφρονεμενων με τα λουξ και τους φακούς θυέλλης. Χριστουγεννα γρουσα τζιαι ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΑ στη μικρή μας μοναξια και κακοπαθεια. Οι προυχοντες συνομήλικοι μας στρατιώτες ετσακκωνουνταν μες τες δισκοθηκες…..

Όπως τότε και τωρά…

Εμείς με τους πρωτινους οι άλλοι με τα πολλά ριάλια τζιαι την αδιαφοριαν για τους καταφρονεμενους των μοναδων ανεπιθυμητων…

 

Γ ΕΒΡΕΣΙΕΝ ΣΤΑ ΠΗΓΑΙΝΙΑ ΣΤΟ ΔΑΣΟΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΜΑΡΙΝΑΣ

Εβρεσιεν στην σκοπιάν μες την ερημια του Δάσους της Πάφου. Το φυλάκιον ανευ ηλεκτρικου. Δεδομένο για πολλα φυλάκια της εποχης. Φανοι θυέλλης, κανένα μικρον λουξ του υγραερίου. Αυτά που εβαζες το καζούιν από κάτω. Το ιδιον και εναν μμάτιν για να βράζουμε νερόν για καφέ η νέσκαφε που αγοράζαμε καποτε εξ ιδιων .

΄Υστερα θυμωσε ένας ταξιαρχος και μας στείλαν λλίγα φακελλακια και εγινε και το φυλάκιον Χίλτον καταπως ελεγεν γλυκοπικρα ο Χριστοδουλος εις τον Στρατονόμον τον Γεωργιον που μας τον εστειλαν για αστυνομικόν μονάδος και κατέληξε αρχιφύλακας ΦΥΛΑΚΙΟΥ ΠΥΡΟΜΑΧΙΚΩΝ, επικεφαλής εργοταξίου και προστάτης όλων μας στα μακρινά της Τηλλυρίας.

Περασμένα μεσάνυχτα έτη του ογδόντα. Όλοι κατακοποι, κρυμμένοι μες τες πατανίες, παραμονες Χριστουγέννων. Καθομουν έξω από το φυλακιο μετά τους γυρους με τα σκυλιά στις περιφράξεις και τις γαλαρίες. Με το φανό θυέλλης διάβαζα. Η δυσκολία της κινήσεως του χρόνου εις την σκοπιάν. Αργα, πολύ αργά. Ο καθεις εψαχνε μια λύση, αλλοι περπατούσαν, αλλοι μετρούσαν τα αστρα .Με κάτι μικρα ραδιοφωνάκια οι μουσικόφιλοι αρμενιζαν κυματα βραχαια και άλλα για να βρουν σταθμους κάτι να ακούσουν. Μεγάλη χαρά οταν επκιαναν Ρόδο. Ελληνικη Ραδιοφωνία…

Εκείνη τη νύχτα διάβαζα βίον Αγίου Νεκταρίου δια χειρός Σώτου Χονδρόπουλου όταν πηρε να βρέχει, ενώ αρχήν της σκοπιάς ο ουρανος ήταν καθάριος κατα την Μόρφου και τον Λιμνίτην. Εγέμωσεν που την μερκαν της Πάφου και της Παναγιάς τζιαι είπεν να πκιαν κάτι νερά, μα κάτι νερα, να ρίψει τους τσίγκους του Φυλακιου, του μοναδικού απάγκιου που είχαμεν εκει πάνω.

Εκόντευκεν η ώρα της αλλάγης. Εξύπνησα τον Μέντζην σιγανά. Εσηκώστηκεν χωρίς παράπονα παρά το κρύον. Νέος στη μονάδαν είχεν αναπαυθει με την μετακίνηση στο Φυλάκιον όπου παλαιοι νέοι και ενδιαμεσοι της Αλφα σειρας είχαν αλληλοσεβασμόν και γλύτωσεν απο κάτι τρελλά καψόνια των απογευμάτων, όταν εφευγεν ο Λοχαγος και εμέναμεν ολίγον ή πολύ εκθετοι στην κακία και την ανωριμότηταν κάποιων παλαιών.

Εβαλα το νερόν να βραζει ετοιμασα τα φακελλουθκια του καφε και το ολίγον ζαχαρουχον γάλα στον χώρον εξωθεν του φυλακίου με τον μικρον τσίγκον, την  υπαιθριον τραπεζαρίαν σιτίσεως. Ο Παναγιώτης ντυμένος, οπλόν ,κρανος ,εξάρτησην, τζακετ και χλένην αδιάβροχον εξήλθεν του ζεστου μικρού θαλάμου.΄Εκατσεν στην μιαν πλευραν της στρατιωτικης τραπεζης. Είδεν τον αχνίζοντα καφεν και εμειδιασεν. Εμεινα στην άλλην ακρην αφου του παρέδωσα τελαμωνα ,πυρομαχικά και του έφεξα με το κλεφτοφάναρον  να δει και να αποστηθίσει τα συνθηματικά νυχτος μην μας κατεβει καμμμια εξωτερικη από την Λευκωσίαν η τα κάτω Ταγματα και γυρευκουμεν το λάθος παραμονες των γιορτών.

Βρεσιει σειρά μου ειπεν μετά την πρώτην γουλιαν. Αρέσκει μου, σιερετα μας ο Θεός.

Επιννα τον δευτερον μου καφεν τη νύχτα εκείνην. Απεκρίθειν αυθορμήτως. Δαπαστες ερημιες εν μας εξήασεν σειρούιν μου. Εγλυτώσαμεν τζιαι που τους δυσκολους τζιαι πρωτα ο Θε’ος εννα βάλουμεν κοσιεννια Του Δετζιέβρη οι εφτα νέοι την στολήν εξ’οδου για τις τεσσερεις μέρες αδειαν μετα οδοιπορικών. Τριάντα εννα μαστεν εσσω μετα που τόσους μήνες. Να δούμεν ηντα κόσμον εννα βρουμεν εξω …

Ο Παναγιώτης, ενας των δεκάδων παμπτωχων της μοναδος απεκρίθει συδδακρυς. Αντέξαμεν. Ναν καλά ο Στρατονόμος που μας εθκιάλεξεν τζεινον το μεσημέριν. Το δάσος επαρηόρησεν μας τζιαι ας εσιει εργοτάξιον. Νομίζω εν ψεματα που αντέξαμεν εξη μήνες. Δόξασοι ο Θεός.

Ηντα καλά που βρέσιει Τραουδουν τζιαι οι τσίγκοι .Άλλαξα την κουβενταν να μην αθθυμηθει τα βάσανα. Καλήν σκοπιαν ρε σειρα όπου νασαι ξημερώνει…..

Εμπήκα μέσα, εφκαλα τα βρεμένα αρβυλα  τζιαι μπηκα κάτω που τες πατανίες .

Εξω ο Μαξ ψιλοδάγκανε τα παντζάκια του φίλου μας. Ο Παναγιώτης γελούσε και τον χάιδευε. Μα που εν οι άλλοι ρε παρέα του ελεγε σιγανά. Εκρυώσαν α. Εσυ  όμως εισαι ο τσιάκκος ο φίλος μου σαν τον Λεμεσιανον, τον Παφίτην.

Εγυρα στο μαξιλαρι ,δεν ηξερα απο το κρύο αν εκλαια ή γελουσα. Ειπα όμως που μέσα μου. Αη μου Νεκταριε γλεπε τον τζιαι εσιε έννοια τζιαι για μας που ούλλοι σκεδον εξηάσαν μας.

‘Αλλοι τζιαιροι…

Εβρεσιεν στην σκοπιάν μες την ερημια του Δάσους της Πάφου στην Αγίαν Μαρίναν πουγλεπεν τα φτωχατζια τζιαι τα κατατρεγμένη της τέκνα τζιει στην Αγίαν ΤΗΛΛΥΡΙΑΝ μας.

Δ.ΤΟ ΦΥΛΑΚΙΟ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΜΑΡΙΝΑΣ

Για χρόνια φίλοι και φίλες μουτρωναν ολιγον όταν οι διηγησεις ημων επέστρεφαν στις ιστορίες του Στρατου. Τοτε δεν είχα εξήγηση. Τωρα νομίζω πως κάτι καταλαβα. Ηταν παρά την εφηβεία την παρατεταμενη μέρες αληθειας..

Το φυλάκιο Πυρομαχικών στο δάσος της Αγίας Μαρίνας δεν είχε ηλεκτρικο. Ήταν έξω από το χωριό. Ένα χιλιόμετρο και περισσότερο χωματόδρομός. Το βράδυ ανάβαμε φανό θυέλλης και ένα μικρό λουξ για να δειπνήσουμε. Η σκοπιά ήταν ανάλογά από τρεις, πέντε ως επτά ώρες ημερησίως αναλόγως της περιόδου αλλά και της δύναμής του φυλακίου. Οι βραδυνές σκοπιές από δύο ως τρεις ώρες. Οι υπόλοιπές ώρες ημερήσιο.

Οι νύχτες στην Τυλληρία ήταν αλλοιώτικές από αυτές της κοσμοπολίτικής Λευκωσίας και της Τουριστικής Λεμεσού του 1987. Παρέα με τα σκυλιά. Προσεχες και τέσσερεις ψυχές μην πάθούν τίποτα σαν κοιμόντούσαν ξεχασμένοί από πολλούς μες τη σκοτεινή ερημιά του πευκοδάσους. Ήταν και ο θύλακας των Κοκκίνων κοντά. Μόνος με στις σκέψεις μιας παρατεταμένης εφηβείας ντυμένος τα φαιοπρασινά και ένα τζάκετ της ΕΛΔΥΚ αναγκάστικό δώρο του πονοψυχου Λοχαγού Σταυρέα για να βγάλεις τον κρύο χειμώνα, μια και η υπηρεσία σε είχε ξεγραμμένο για στολές και τέτοια εκεί στα απομακρυσμένα. Μεγάλη ιστορία. Εκει στο φυλάκιο τα βράδια τις μεταμεσονύχτιες ώρες γνώρισε την μυστική συνομιλία, την απόπειρα προσευχής, ικεσίας, την πρωτογονη συνομιλία με την Αγία Βαρβάρα.

Εκεί στο μικρό στρατόπεδο και το φυλάκιο της ερημιάς η αναγνωση και η γραφή ως επιβίωση σε συνθήκες κόπου, οδύνης, μοναξιάς νοηματοδοτήθηκάν πυρακτωμένα. Ήσουν ακόμη είκοσι ενός ……Ημέρες παλαιές…..Κύριε προς Σε η άλαλη κραυγή μου….ο ψίθυρός ο ανορθόγραφός όταν έμπαινά στις σκοτεινές γαλαρίες στα γερμανικά νούμερα τρεις φορές σε κάθε βάρδια κι ας νόμιζες πως ήσουν δειλός

Έσιει εξι μήνές να μπει άθρωπός τζει μέσα τζιαι τούτος μπαίνει τρεις φορές κάθε νούμερό κουτσομπόλευε με απορία ο λοχίας.

Έτσι επιβίωσα στην  μονάδα ανεπιθυμήτων. Παρέα με την Αγία Βαρβάρα…και την Αγίαν Μαρίνα ,την Αγίαν που μας πρόσεχε  χωρις να το κατανοούμε οι ουτιδανόι..

 

Ε. Ο παλιοσειράς…των ΠΗΓΑΙΝΙΩΝ και του Φυλακίου της Αγίας Μαρίνας

Ήταν ο άνθρωπος που μου κέρασε την πρώτη μπύρα στα Πηγαίνια. Άνθρωπος των βουνών παλιός και μπεσαλής. Ο Γιώρκος το χωριόν. Φίλος μου παντοτινός. Από τους ανθρώπους που σταματούν τις κυκλοφορίες μόλις σε δουν να νεφάνεις που την άκραν της στράτας. Μαζί με άλλους σαράντα στη μονάδα της Τηλλυρίας..Όλοι μαζί τότε. Μια οικογένεια. Που νάκραν ως νάκραν της Κύπρου. Οι πλείστοι μας με κάποιο «προσόν» για ετικέττα. Φτωχοι, ποινικοί, αγρότες, τέκνα πολιτικώς διωκωμένων όλών τών χρωμάτων. Με ένα κοινό χαρακτηριστικό. Όλοι δουλευαν. Από όρθρου βαθέως άχρι νυχτός. Τούτο το πρωτινό φιλότιμο. Σε έναν τόπο με στερήσεις, με αντικειμενικές δυσκολίες. Άλλοι έκτιζαν, άλλοι μελίσσι στην ομάδα συντηρήσεως. Άλλοι στο φυλάκιο φτιάχναν πεζούλια. Πολλοι στα πυροβόλα, στα αντιεροπορικά, στα φτωχικά μαγειρία…

Ο Γιώρκος που δεκαετίες μετά σε σχολείο της Πάφου επέμενε όπως το πρώτο βράδυ να με πάρει μεσημεριάτικα για τραπέζιν. Τον σειράν του, κι ας ήταν παλιός..

Σειρά μου δάσκαλε μου…

Όταν σου σφίγγει το χέρι ο παλιοσειράς σε χαιρετά η Κύπρος του φιλότιμου…

Στις δυσκολότερες του βίου περιστάσεις πάντα ένας σειράς θα σε καλούσε από τα εστιατόρια που τρων τα συνεργεία …

Στ. Πανσέληνός 1987

Να παρπατάς που τα Πηαίνιά στην Αγιά Μαρίνα

στο φυλάκιο

τζιαι να σου φέγγει ο Θεός με το φεγγάριν του

 

Ζ. Τέτοιες μέρες το 1987 υπηρετούσα σε μονάδα μικρή πυροβολικού στα Πηγαίνια Τηλλυρίας και στο φυλάκιο της Αγίας Μαρινας. Μονάδα της φτωχολογιάς. Οι άνευ κομμάτικού μέσου και λοιπών κοινωνικών συστάσεών κατέληγαν εκεί ψηλά ή στο παρακείμενο φυλάκιο. Στον Κάτω Πύργο στο πεζικό τα ίδια. Οι χωρκανοι μου της Λαόνας τζιαι αρκετοι ανεπιθύμητοί.

Τις νύχτες στα φυλάκια ανάβαμε φανούς θυέλλης για να δειπνήσουμε. Όλοι γυρόν που το τραπέζιν κάτω που τα άστρα του ουρανού. Τριάντα χρόνια από τότε τζιαι εν νομίζω να μας εφκάλαν που τες λίστες για τις μονάδες ανεπιθυμήτων. Ούτε μας εσβήσαν οι επιλοχίες που τες διμοιρίες αγγαρειών…

Πειράζει με τζιαι ένας που υπηρέταν στη Χαλεύκα. Μια ζωήν κράτας λάθος στράταν τζιαι λάθος χρώμαν ταυτότητάν. Ούτε για υποδέκανέαν εν σε εκρίναν κατάλληλον. Ήντα να κάμουμεν. Ειδικότης κτιθείσα εν το στρατεύματι..και εις το δελτίον ποιού….

ΝΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΕΙΤΕ…

Το Ἀπολυτίκιον της Αγίας Μαρίνας κρατεί μας κόμα, όπως τότε που μας φυλάει στο Φυλάκιον όλους τζι ας μεν το καταλαβαίναμε οι πτωχοί…

Ἀνδρείαν καὶ φρόνησιν, σὺ κεκτημένη σεμνή, ἀνδρείως κατεπάτησας ὄφιν ἀρχέκακον, Μαρίνα πανεύφημε, ἤσχυνας Ὀλυμβρίου τᾶς πικρᾶς τιμωρίας, εὐφρανας Ἀσωμάτων τᾶς χορείας ἀθλοῦσα, διὸ ἀπαύστως πρέσβευε Χριστῷ, εἰς τὸ σωθήναι ἠμᾶς.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΕΓΕΙΩΤΗΣ

 

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΕΚΔΗΛΩΣΕΩΝ

spot_img

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΝΗΜΕΡΩΣΕΙΣ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΔΥΤΙΚΗΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
Privacy Overview

This website uses cookies so that we can provide you with the best user experience possible. Cookie information is stored in your browser and performs functions such as recognising you when you return to our website and helping our team to understand which sections of the website you find most interesting and useful. Privacy Policy